- δεινότερος
- δεινόςfearfulmasc nom comp sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έρως — I Αρχαιοελληνική θεότητα. Γεννήθηκε από το Χάος και τη Γαία, όπως αναφέρει ο Ησίοδος στη Θεογονία του, ή κατ’ άλλους από τον Τάρταρο και τη Νύκτα. Τον θεωρούσαν τον ωραιότερο μεταξύ των αθάνατων θεών και τον φαντάζονταν ως παιδάκι (τον παρίσταναν … Dictionary of Greek
Μουσούρος, Μάρκος — (Χάνδακας [Ηράκλειο] Κρήτης 1470; – Ρώμη 1517). Φιλόλογος, εκδότης αρχαίων συγγρα φέων και καθηγητής της ελληνικής στην Ιταλία κατά τους χρόνους της Αναγέννησης. Πολύ νωρίς, το 1486, εμφανίζεται στους κύκλους των λογίων της Φλωρεντίας, που ήταν… … Dictionary of Greek
ԴԱՌՆԱԳՈՅՆ — (գունի, ից.) NBH 1 0596 Chronological Sequence: Early classical, 11c, 12c ա. πικρότερος amarior, δεινότερος dirior, durior, acerbior Առաւել կամ յոյժ դառն. դժնդակագոյն. աւելի լեղի, գէշ. *Դառնագոյն (կամ դառն) է քան զմահ. Ժող. ՟Է. 27: Լաստ. ՟Ժ՟Ը:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ԴԺՆԴԱԿԱԳՈՅՆ — (գունի, ից.) NBH 1 0614 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 8c, 14c ա. ἁργαλεώτερος, δυδυχέστερος, δεινότερος, χαλεπότερος, τατος molestior, pejor, pejus, gravissimus; miserior, ius Առաւել կամ կարի դժնդակ. վատթարագոյն.… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)